ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ
Γ΄ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΑ 2 ΙΟΥΝΙΟΥ 2014 – ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ:
ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ
ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙΔΩΝ: ΤΡΕΙΣ (3)
Διδαγμένο κείμενο
Ἀριστοτέλους Ἠθικὰ Νικομάχεια (Β1,1-4)
∆ιττῆς δὴ τῆς ἀρετῆς οὔσης, τῆς μὲν διανοητικῆς τῆς δὲ ἠθικῆς, ἡ μὲν διανοητικὴ τὸ πλεῖον ἐκ διδασκαλίας ἔχει καὶ τὴν γένεσιν καὶ τὴν αὔξησιν, διόπερ ἐμπειρίας δεῖται καὶ χρόνου, ἡ δ’ ἠθικὴ ἐξ ἔθους περιγίνεται, ὅθεν καὶ τοὔνομα ἔσχηκε μικρὸν παρεκκλῖνον ἀπὸ τοῦ ἔθους. Ἐξ οὗ καὶ δῆλον ὅτι οὐδεμία τῶν ἠθικῶν ἀρετῶν φύσει ἡμῖν ἐγγίνεται· οὐθὲν γὰρ τῶν φύσει
ὄντων ἄλλως ἐθίζεται, οἷον ὁ λίθος φύσει κάτω φερόμενος οὐκ ἂν ἐθισθείη ἄνω φέρεσθαι, οὐδ’ ἂν μυριάκις αὐτὸν ἐθίζῃ τις ἄνω ῥιπτῶν, οὐδὲ τὸ πῦρ κάτω, οὐδ’ ἄλλο οὐδὲν τῶν ἂλλως πεφυκότων ἄλλως ἂν ἐθισθείη. Οὔτ’ ἄρα φύσει οὔτε παρὰ φύσιν ἐγγίνονται αἱ ἀρεταί, ἀλλὰ πεφυκόσι μὲν ἡμῖν δέξασθαι αὐτάς,
τελειουμένοις δὲ διὰ τοῦ ἔθους. Ἔτι ὅσα μὲν φύσει ἡμῖν παραγίνεται, τὰς δυνάμεις τούτων πρότερον κομιζόμεθα, ὕστερον δὲ τὰς ἐνεργείας ἀποδίδομεν
(ὅπερ ἐπὶ τῶν αἰσθήσεων δῆλον· οὐ γὰρ ἐκ τοῦ πολλάκις ἰδεῖν ἢ πολλάκις ἀκοῦσαι τὰς αἰσθήσεις ἐλάβομεν, ἀλλ’ ἀνάπαλιν ἔχοντες ἐχρησάμεθα, οὐ χρησάμενοι ἔσχομεν)· τὰς δ’ ἀρετὰς λαμβάνομεν ἐνεργήσαντες πρότερον, ὥσπερ καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων τεχνῶν· ἃ γὰρ δεῖ μαθόντας ποιεῖν, ταῦτα ποιοῦντες
μανθάνομεν, οἷον οἰκοδομοῦντες οἰκοδόμοι γίνονται καὶ κιθαρίζοντες κιθαρισταί· οὕτω δὴ καὶ τὰ μὲν δίκαια πράττοντες δίκαιοι γινόμεθα, τὰ δὲ σώφρονα σώφρονες, τὰ δ’ ἀνδρεῖα ἀνδρεῖοι.
Α1. Από το παραπάνω κείμενο να γράψετε στο τετράδιό σας τη μετάφραση
του αποσπάσματος: «Οὔτ’ ἄρα φύσει… τὰ δ’ ἀνδρεῖα ἀνδρεῖοι».
Μονάδες 10
Β1. Ποια είναι, κατά τον Αριστοτέλη, τα είδη της αρετής; (μονάδες 5). Με ποιον τρόπο κατακτάται καθεμία (μονάδες 5) και ποιος έχει την κύρια ευθύνη για τη μετάδοση ή την απόκτησή τους; (μονάδες 5)
Μονάδες 15
Β2. « τὰς δ’ ἀρετάς λαμβάνομεν ἐνεργήσαντες πρότερον»: Πώς οδηγείται ο Αριστοτέλης σε αυτή τη θέση (μονάδες 5) και πώς την τεκμηριώνει; (μονάδες 10).
Μονάδες 15
Β3. Ποια είναι η τριμερής «διαίρεση» της ψυχής, κατά τον Αριστοτέλη, και πώς σχετίζεται αυτή με τις ανθρώπινες αρετές;
Μονάδες 10
Β4. Για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του κειμένου, να γράψετε ένα ομόρριζο ουσιαστικό και ένα ομόρριζο επίθετο της νέας ελληνικής, απλό ή σύνθετο. οὔσης, ἔσχηκε, πεφυκότων, χρησάμενοι, μανθάνομεν.
Μονάδες 10
Γ. Αδίδακτο κείμενο
‘Ισοκράτους Ἀρχίδαμος, 103-105
Οἶμαι γὰρ ὑμᾶς οὐκ ἀγνοεῖν, ὅτι πολλαὶ πράξεις ἤδη τοιαῦται γεγόνασιν, ἃς ἐν ἀρχῇ μὲν ἅπαντες ὑπέλαβον εἶναι συμφοράς, καὶ τοῖς παθοῦσι συνηχθέσθησαν, ὕστερον δὲ τὰς αὐτὰς ταύτας ἔγνωσαν μεγίστων ἀγαθῶν αἰτίας γεγενημένας. Καὶ τί δεῖ τὰ πόρρω λέγειν; Ἀλλὰ καὶ νῦν τὰς πόλεις τάς γε πρωτευούσας, λέγω δὲ τὴν Ἀθηναίων καὶ Θηβαίων, εὕροιμεν ἂν οὐκ ἐκ τῆς εἰρήνης μεγάλην ἐπίδοσιν λαβούσας, ἀλλ’ ἐξ ὧν ἐν τῷ πολέμῳ προδυστυχήσασαι πάλιν αὑτὰς ἀνέλαβον, ἐκ δὲ τούτων τὴν μὲν ἡγεμόνα τῶν Ἑλλήνων καταστᾶσαν, τὴν δ’ ἐν τῷ παρόντι τηλικαύτην γεγενημένην, ὅσην οὐδεὶς πώποτ’ ἔσεσθαι προσεδόκησεν· αἱ γὰρ ἐπιφάνειαι καὶ λαμπρότητες οὐκ ἐκ τῆς ἡσυχίας ἀλλ’ ἐκ τῶν ἀγώνων γίγνεσθαι φιλοῦσιν.
συνάχθομαι : συμπονώ, συμπάσχω
Γ1. Να γράψετε στο τετράδιό σας τη μετάφραση του παραπάνω κειμένου.
Μονάδες 20
Γ2. Να γράψετε στο τετράδιό σας τον τύπο που ζητείται για καθεμία από τις
παρακάτω λέξεις:
ὑμᾶς: την αιτιατική ενικού αριθμού στο γ’ πρόσωπο
πόρρω: τον υπερθετικό βαθμό
ἀγαθῶν: το επίρρημα στον θετικό βαθμό
αὑτὰς: τη γενική πληθυντικού αριθμού στο β΄ πρόσωπο στο ίδιο γένος
ἡγεμόνα: τη δοτική πληθυντικού αριθμού
οἶμαι: το γ΄ ενικό πρόσωπο του παρατατικού
ὑπέλαβον: το απαρέμφατο του παρακειμένου στην παθητική φωνή
τοῖς παθοῦσι: τον ίδιο τύπο στον μέλλοντα
ἔγνωσαν: το γ΄ ενικό πρόσωπο της ευκτικής στον ίδιο χρόνο
καταστᾶσαν: το β΄ενικό πρόσωπο της προστακτικλης στον ίδιο χρόνο και στην ίδια φωνή
Μονάδες 10
Γ3α. Να γίνει πλήρης συντακτική αναγνώριση των παρακάτω τύπων: ὑμᾶς, συμφοράς, τοῖς παθοῦσι, τί, λαβούσας, ἡγεμόνα.
Μονάδες 6
Γ3β. « αἱ γὰρ ἐπιφάνειαι καὶ λαμπρότητες οὐκ ἐκ τῆς ἡσυχίας ἀλλ’ ἐκ τῶν ἀγώνων γίγνεσθαι φιλοῦσιν»:Να μεταφέρετε την παραπάνω πρόταση στον πλάγιο λόγο, και με τους δύο τρόπους, με εξάρτηση από τη φράση: «Ὁ ῥήτωρ εἶπεν». (μονάδες 4)
Μονάδες 10
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
Α1. Επομένως, ούτε εκ φύσεως, αλλά ούτε και αντίθετα προς τη φύση μας υπάρχουν οι αρετές μέσα μας, που όμως έχουμε από τη φύση την ιδιότητα να τις δεχτούμε, αλλά τέλειοι γινόμαστε με τον εθισμό. Ακόμα, όσες ιδιότητες έχουμε από τη φύση, πρώτα αποκτούμε τις δυνατότητες αυτών και ύστερα προχωρούμε στις αντίστοιχες ενέργειες (πράγμα που φαίνεται στις αισθήσεις μας˙ γιατί τις αισθήσεις δεν τις αποκτήσαμε επειδή είδαμε πολλές φορές ή επειδή ακούσαμε πολλές φορές, αλλά αντίθετα τις χρησιμοποιήσαμε, επειδή τις είχαμε ήδη και δεν τις αποκτήσαμε με τη χρήση τους)˙ τις ηθικές αρετές όμως τις αποκτούμε, αφού πρώτα τις εφαρμόσουμε στην πράξη – όπως ακριβώς γίνεται και στις άλλες τέχνες. Γιατί όσα πρέπει να κάνουμε, αφού τα μάθουμε, αυτά τα μαθαίνουμε κάνοντάς τα, όπως για παράδειγμα οικοδόμοι γίνονται χτίζοντας σπίτια και κιθαριστές παίζοντας κιθάρα˙ με τον ίδιο τρόπο γινόμαστε και δίκαιοι κάνοντας δίκαιες πράξεις, σώφρονες κάνοντας σώφρονες πράξεις και ανδρείοι κάνοντας ανδρείες πράξεις.
Β1. Ο Αριστοτέλης στο κείμενο αυτό μας κάνει λόγο για τις διανοητικές και ηθικές αρετές, καθώς και για τον διαφορετικό τρόπο με τον οποίο κατακτάται η καθεμιά. Έτσι, οι παράγοντες που συμβάλλουν στη γένεση και την επαύξηση των διανοητικών αρετών είναι κατά κύριο λόγο η διδασκαλία, η οποία απαιτεί εμπειρία και χρόνο. Η φράση «το πλεῖον» (=κατά κύριο λόγο) υποδηλώνει την ύπαρξη και άλλων παραγόντων. Την κύρια λοιπόν ευθύνη για τη μετάδοσή τους την έχει πέρα από άλλους παράγοντες και το ίδιο το άτομο, ο δάσκαλος.
Από την άλλη η κατάκτηση των ηθικών αρετών οφείλεται στον εθισμό («ἔθος»), δηλαδή στη συνήθεια που δημιουργείται με την επανάληψη μίας ενέργειας. Μάλιστα, ο Αριστοτέλης, για να στηρίξει αυτή του την άποψη, συνδέει ετυμολογικά τη λέξη «ἠθική», με τη λέξη «ἔθος». Ο ετυμολογικός συσχετισμός των λέξεων είναι σωστός καθώς το «ἦθος» είναι ο εκτεταμένος τύπος του όρου «ἔθος». Οι δύο όροι συμπίπτουν και σημασιολογικά και μάλιστα με σχέση αιτίου –αποτελέσματος, γιατί το «ἔθος» (συνήθεια, έθιμο) ως αίτιο οδηγεί στο «ἦθος» (χαρακτήρας) που προκύπτει ως αποτέλεσμα. Ο χαρακτήρας του ανθρώπου και τα ποιοτικά γνωρίσματά του διαμορφώνονται με τη συνειδητή επανάληψη των ίδιων ενεργειών, με αποτέλεσμα να γίνονται αναπόσπαστο στοιχείο της προσωπικότητάς του. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι την ευθύνη για την κατάκτηση των ηθικών αρετών την έχει ο ίδιος ο άνθρωπος. Εξαρτάται μάλιστα σε απόλυτο βαθμό από αυτόν αν θα φτάσει στον στόχο του, αν θα αποκτήσει ήθος «εὐγενές και φιλόκαλον». Και για να το κατορθώσει, πρέπει να καταβάλει επίπονη προσπάθεια και αγώνα, να εθίσει την ψυχή του σε πράξεις ενάρετες, να την καλλιεργήσει «διά τοῦ ἔθους». Τέτοιες απόψεις υποστήριζε και ο Πλάτωνας (Νόμοι 792). Σοφός, λοιπόν, γίνεται κανείς κατά κύριο λόγο με τη βοήθεια του δασκάλου, ενώ αγαθός γίνεται με τη θέληση και την επιμονή του ίδιου του ανθρώπου στην άσκηση της αρετής. Βέβαια, για να φτάσει στον στόχο του πρέπει να καταβάλει επίπονη προσπάθεια και αγώνα.
Β2. Ο Αριστοτέλης και στην ενότητα αυτή θα προσπαθήσει να αποδείξει με ένα νέο επιχείρημα ότι οι ηθικές αρετές δεν υπάρχουν μέσα μας εκ φύσεως, αλλά αυτές αποκτώνται αφού προηγουμένως ενεργήσουμε. Τη θέση του αυτή θα τη στηρίξει με έναν συλλογισμό που δίνεται αντιθετικά.
Προηγουμένως πρέπει να διευκρινιστεί πως για τον Αριστοτέλη είναι θεμελιώδης διάκριση – συχνά αντιθετική – των εννοιών δύναμις και ἐνέργεια. Δύναμις είναι η δυνατότητα που έχει ένα πράγμα ή ένα ον να γίνει ή να κάνει κάτι, ενώ η ἐνέργεια είναι η πραγμάτωση αυτής της δυνατότητας. Γενικά ο Αριστοτέλης θεωρεί ότι η δεύτερη έχει μεγαλύτερη αξία από την πρώτη. Εδώ συνδέει τὰς δυνάμεις με τὸ πρότερον και τὰς ἐνεργείας με τὸ ὕστερον, εννοώντας ότι αἱ δυνάμεις έχουν χρονική μόνο προτεραιότητα έναντι τῶν ἐνεργειῶν.
Ο συλλογισμός του είναι ο εξής:
Α. Όσα έχουμε μέσα μας εκ φύσεως (ὅσα μὲν φύσει ἡμῖν παραγίνεται)
Ο Αριστοτέλης ξεκινά το συλλογισμό του διερευνώντας πρώτα τι συμβαίνει σε όσα χαρακτηριστικά έχουμε μέσα μας εκ φύσεως. Αυτά έχουν εκ των προτέρων μέσα τους τη δυνατότητα να πραγματωθούν, αλλά η πραγμάτωσή τους έρχεται ύστερα χωρίς να χρειάζεται ο εθισμός, η επανάληψη μίας ενέργειας. Για να αποδείξει τα λεγόμενά του ο φιλόσοφος, χρησιμοποιεί το παράδειγμα των αισθήσεων: την όραση και την ακοή δεν τις αναπτύξαμε μέσα από την εξάσκηση, αντιθέτως υπάρχουν ήδη αναπτυγμένες μέσα μας και περνάμε αμέσως στη χρησιμοποίησή τους.
Β. Οι ηθικές αρετές («τὰς δ’ ἀρετάς λαμβάνομεν ἐνεργήσαντες πρότερον»)
Αντίθετα, στις ηθικές αρετές προηγείται η ενέργεια, δηλαδή η εξάσκηση, η επανάληψη μίας ενέργειας, και ακολουθεί η κατάκτηση της ηθικής αρετής. Αλλά για να γίνει η αρετή από προδιάθεση αποκτημένη ιδιότητα, είναι ανάγκη ο άνθρωπος να ασκηθεί σε αυτή. Δύο παραδείγματα από την καθημερινή ζωή που αφορούν τις πρακτικές τέχνες αποδεικνύουν την αλήθεια της θέσης αυτής: για να αποκτήσει δηλαδή κανείς την ικανότητα του οικοδόμου ή του κιθαριστή, πρέπει πρώτα να εξασκηθεί στο χτίσιμο ή στο παίξιμο της κιθάρας αντίστοιχα. Αναλογικά με τα δύο αυτά παραδείγματα αναφέρονται τρία παραδείγματα από τον χώρο της ηθικής, από τα οποία φαίνεται ότι οι δίκαιοι, οι σώφρονες και οι ανδρείοι αποκτούν τις συγκεκριμένες ιδιότητες έχοντας ασκηθεί σε αντίστοιχες, δίκαιες, συνετές και ανδρείες πράξεις. Αυτό, λοιπόν, που συμβαίνει στις πρακτικές τέχνες, συμβαίνει και στις ηθικές αρετές. Με την επανάληψη και τον εθισμό σε ηθικές πράξεις αποκτούμε τις ηθικές αρετές.
Συμπέρασμα, οι ηθικές αρετές δεν υπάρχουν μέσα μας εκ φύσεως αφού δεν ακολουθούν την πορεία όσων υπάρχουν μέσα μας εκ φύσεως.
Συνοπτικά:
– σε όσα υπάρχουν μέσα μας εκ φύσεως προηγείται η δυνατότητα μίας ενέργειας και ακολουθεί η ενέργεια.
– στις ηθικές αρετές προηγείται η ενέργεια και ακολουθεί η κατάκτησή τους.
– Άρα οι ηθικές αρετές δεν υπάρχουν μέσα μας εκ φύσεως
Β3. Πριν από όλα όμως ο Αριστοτέλης χρειαζόταν να κάνει μία σημαντική διάκριση. Η ψυχή του ανθρώπου, αποτελείται κατ’ αρχήν από δύο μέρη, από το λόγον ἔχον μέρος και από το ἄλογον (με δική μας διατύπωση: ο άνθρωπος ως ζωντανός οργανισμός λειτουργεί με δύο τρόπους: α. με βάση τη λογική του και β. με τρόπους που δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με το λογικό του). Η αρχική όμως αυτή διμερής «διαίρεση» κατέληξε σε μία τριμερή «διαίρεση», αφού ο Αριστοτέλης διέκρινε τελικά α) ένα καθαρά ἄλογον μέρος της ψυχής, β) ένα καθαρά λόγος ἔχον μέρος της ψυχής και γ) ένα μέρος που μετέχει και του ἀλόγου και του λόγον ἔχοντος μέρους της ψυχής. Το πρώτο, είπε, έχει σχέση με τη διατροφή και την αύξηση του ανθρώπινου οργανισμού και άρα δεν έχει καμία απολύτως σχέση με την αρετή. Το τρίτο (ο ίδιος το ονόμασε ἐπιθυμητικόν) έχει σχέση με τις αρετές που περιγράφουν τον χαρακτήρα του ανθρώπου (ἠθικές ἀρετές), ενώ το δεύτερο, που αφορά απόλυτα και καθαρά το λογικό μας, έχει σχέση με τις διανοητικές μας αρετές (με τη σοφία λ.χ. ή τη φρόνηση). Έτσι ο Αριστοτέλης κατέληξε να διακρίνει τις ανθρώπινες αρετές σε ηθικές και διανοητικές.
Β4. Οὔσης: οντότητα, ουσιαστικό/ ουσιώδης, ανούσιος
ἔσχηκε: σχήμα, εξοχή/ σχετικός, προσεκτικός
πεφυκότων: φύση, φύλο/ έμφυτος, φυτικός
χρησάμενοι: χρήση, χρήμα/ χρηστικός, άχρηστος
μανθάνομεν: μάθηση, μαθητής/ μαθησιακός, μαθητικός, μαθηματικός
ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
Γ1. Νομίζω λοιπόν ότι εσείς δεν αγνοείτε (δηλαδή γνωρίζετε) ότι πολλές πράξεις ήδη τέτοιες (τέτοιου είδους) έχουν γίνει, τις οποίες στην αρχή (αρχικά) όλοι νόμισαν (θεώρησαν) ότι είναι συμφορές και συμπόνεσαν όσους τις υπέστησαν (έπαθαν), στη συνέχεια αντιλήφθηκαν ότι αυτές οι ίδιες έγιναν (έχουν γίνει) αιτίες για τα πιο μεγάλα αγαθά. Και γιατί πρέπει να αναφέρω τα μακρινά (εν. γεγονότα); Αλλά βέβαια και τώρα οι πόλεις που έχουν τα πρωτεία, εννοώ βέβαια την Αθήνα και τη Θήβα (την πόλη των Αθηναίων και Θηβαίων), θα μπορούσαμε να διαπιστώσουμε (να βρούμε) ότι απέκτησαν μεγάλη επίδοση (πρόοδο, δύναμη) όχι από την ειρήνη αλλά απ’ όσα ατυχήματα ενώ υπέστησαν (δοκίμασαν) με τον πόλεμο πάλι ανέκτησαν τις δυνάμεις τους, απ’ αυτά λοιπόν η μία έγινε (κατέστη) αρχηγός των Ελλήνων ενώ η άλλη σήμερα (προς το παρόν) έφτασε σε τόσο μεγάλη δύναμη (έγινε τόσο δυνατή) όσο ποτέ κανείς δεν το περίμενε ότι θα γίνει. Γιατί το καλό όνομα και η δόξα συνηθίζουν να γίνονται (να προκύπτουν) όχι από την ησυχία (αδράνεια) αλλά από τους αγώνες.
Γ2.
ὑμᾶς: ἕ
πόρρω: Πορρωτάτω
ἀγαθῶν: εὖ
αὑτάς: ὑμῶν αὐτῶν
ἡγεμόνα: ἡγεμόσι
οἶμαι: ᾤετο
ὑπέλαβον: ὑπειλῆφθαι
τοῖς παθοῦσι: τοῖς πεισομένοις
ἔγνωσαν: γνοίη
καταστάσαν: κατάστηθι
Γ3α. ὑμᾶς: υποκείμενο στο απαρέμφατο ἀγνοεῖν.
Συμφοράς: κατηγορούμενο στο υποκείμενο ἅς μέσο του συνδετικού τύπου εἶναι.
Τοῖς παθοῦσι: αντικείμενο στο ρήμα συνηχθέσθησαν -έναρθρη επιθετική μετοχή.
Τί: αιτιατική της αιτίας ως επιρρηματικός προσδιορισμός στο ρήμα δεῖ.
Λαβούσας: κατηγορηματική μετοχή που εξαρτάται από το ρήμα εὕροιμεν ἄν και αναφέρεται στο αντικείμενό του τὰς πόλεις.
ἡγεμόνα: κατηγορούμενο στο αντικείμενο τὴν μὲν μέσω του συνδετικού τύπου καταστᾶσαν.
Γ3β.
1. ὁ ῥήτωρ εἶπεν ὅτι αἱ γὰρ ἐπιφάνειαι καὶ λαμπρότητες οὐκ ἐκ τῆς ἡσυχίας ἀλλ’ ἐκ τῶν ἀγώνων γίγνεσθαι φιλοῖεν.
2. ὁ ῥήτωρ εἶπε τὰς γὰρ ἐπιφανείας καὶ λαμπρότητας οὐκ ἐκ τῆς ἡσυχίας ἀλλ’ ἐκ τῶν ἀγώνων γίγνεσθαι φιλεῖν.